ISP

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

Από τα αρχικά των λέξεων: Internet Service Provider ή Image Signal Processor

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /aɪ.esˈpiː/

Συντομομορφή

[επεξεργασία]

ISP (en) αρκτικόλεξο

  1. (διαδίκτυο) παροχέας πρόσβασης στο Διαδίκτυο
  2. επεξεργαστής εικόνας, επίσης γνωστός ως μηχανή επεξεργασίας εικόνας ή μονάδα επεξεργασίας εικόνας ή επεξεργαστής σήματος εικόνας

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]