granito

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
granito granitos

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

granito (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]
  • → δείτε τη λέξη grain



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

granito (it)