hurdle

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: hurtle

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
hurdle hurdles

hurdle (en)

ενεστώτας hurdle
γ΄ ενικό ενεστώτα hurdles
αόριστος hurdled
παθητική μετοχή hurdled
ενεργητική μετοχή hurdling

hurdle (en)