receiving

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

receiving (en) (μη μετρήσιμο)

  • η λήψη, η πράξη της λήψης
    ⮡  Upon receiving his message…
    Με τη λήψη του μηνύματός του…
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη receipt

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

receiving (en)

  • Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 501. ISBN 9780194325684. , λήμμα: λήψη