γιος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο γιος οι γιοι
      γενική του γιου των γιων
    αιτιατική τον γιο τους γιους
     κλητική γιε γιοι
Προφέρεται ως μονοσύλλαβο και δε φέρει τόνο.
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
γιος < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική γιός < ὑγιός < αρχαία ελληνική υἱός[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈʝos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: γιος

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

γιος αρσενικό

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Υπερώνυμα

[επεξεργασία]

Σύνθετα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]