πολυ-
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- πολυ- < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική πολυ- < πολύς. Για τους νεότερους επιστημονικούς όρους < διαγλωσσική ορολογία poly- ή multi- (αγγλικά, γαλλικά)[1]
Προφορά
[επεξεργασία]Πρόθημα
[επεξεργασία]πολυ-, πολύ- (σπανιότερα πολ- πρίν από ύψιλον)
πρώτο συνθετικό που δηλώνει
- (σε σύνθετα επίθετα) μεγάλη ποσότητα ή επανάληψη
- ότι έχει συμβεί πολλές φορές εκείνο που δηλώνει το β΄ συνθετικό ή έχει πολλά από τα χαρακτηριστικά του
- (με παθητικές μετοχές παρακειμένου) πολυαγαπημένος, πολυδιαβασμένος
- (με ρηματικά παράγωγα) πολυμαθής, πολυλογάς
- (ως υπερβολή) πολυφορεμένος
- ότι υπάρχει παρουσία πολλών χαρακτηριστικών που δηλώνονται από το β΄συνθετικό
- ότι έχει συμβεί πολλές φορές εκείνο που δηλώνει το β΄ συνθετικό ή έχει πολλά από τα χαρακτηριστικά του
- (σε σύνθετα ρήματα) επανάληψη (με αρνητική, μετριαστική σημασία)
- δεν μου πολυαρέσει, δεν πολυκατάλαβα
- (σε σύνθετα ουσιαστικά)
- πολλαπλές συνδυασμένες ιδιότητες ή δυνατότητες
- (ιατρική)
- παθολογικά μεγάλη ανάπτυξη των στοιχείων που δηλώνει το β΄συνθετικό
- εξάπλωση μιας ασθένειας στο σώμα
- (χημεία) πολυμερής οργανική ένωση
Σύνθετα
[επεξεργασία]- Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα πολυ- στο Βικιλεξικό
- Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα πολύ- στο Βικιλεξικό
- Νεοελληνικές λέξεις με πρόθημα πολ- στο Βικιλεξικό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ πολυ- - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- πολυ- < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική πολυ- < πολύς
Πρόθημα
[επεξεργασία]πολυ- και πολύ-
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]- πολλο- πολλολογῶ
- πολλυ- πολλυχρονῶ
Σύνθετα
[επεξεργασία]- Μεσαιωνικές ελληνικές λέξεις με πρόθημα πολυ- στο Βικιλεξικό
- Μεσαιωνικές ελληνικές λέξεις με πρόθημα πολύ- στο Βικιλεξικό
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- πολυ- < πολύς
Πρόθημα
[επεξεργασία]πολυ- και πολύ-
Σύνθετα
[επεξεργασία]- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με πρόθημα πολυ- στο Βικιλεξικό
- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με πρόθημα πολύ- στο Βικιλεξικό
- πάνω από χίλιες Λέξεις πολυ- @perseus.tufts.edu Greek Dictionary Headword Search, Πανεπιστήμιο Tufts
Συγγενικά
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από διαγλωσσικούς όρους (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Προθήματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ιατρική (νέα ελληνικά)
- Χημεία (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Μεσαιωνικά ελληνικά
- Προθήματα (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Προθήματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)