Στρατηγική μακροπροληπτικής πολιτικής
Ο απώτερος σκοπός της μακροπροληπτικής πολιτικής είναι η διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας. Αυτό περιλαμβάνει την ενίσχυση της ανθεκτικότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και τον περιορισμό της συσσώρευσης ευπαθειών, ώστε να μετριάζονται οι συστημικοί κίνδυνοι και να διασφαλίζεται ότι οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες εξακολουθούν να παρέχονται με αποτελεσματικό τρόπο στην πραγματική οικονομία.
Περιορισμός συστημικών κινδύνων
Οι συστημικοί κίνδυνοι μπορεί να προκύψουν από σοβαρές μακροοικονομικές διαταραχές, χρηματοπιστωτικές ανισορροπίες, όπως μεταξύ άλλων η υπέρμετρη πιστωτική επέκταση, η μόχλευση και οι αναντιστοιχίες ληκτότητας, καθώς και από τη μετάδοση αρνητικών επιδράσεων.
Προκειμένου να περιορίζουν τους συστημικούς κινδύνους, οι μακροπροληπτικές πολιτικές επιδιώκουν τα εξής:
- να προλαμβάνουν την υπέρμετρη συσσώρευση κινδύνων που οφείλονται σε εξωτερικούς παράγοντες και σε αστοχίες του μηχανισμού της αγοράς, ώστε να εξομαλύνεται ο χρηματοπιστωτικός κύκλος (χρονική διάσταση),
- να καθιστούν τον χρηματοπιστωτικό τομέα ανθεκτικότερο και να περιορίζουν τα φαινόμενα μετάδοσης αρνητικών επιδράσεων (διατομεακή διάσταση), και
- να ενθαρρύνουν μια θεώρηση από τη σκοπιά του συστήματος συνολικά όσον αφορά την κανονιστική ρύθμιση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ώστε να παρέχονται τα κατάλληλα κίνητρα στους συμμετέχοντες στην αγορά (διαρθρωτική διάσταση).
Μέσα
Ο κανονισμός ΕΕΜ αναθέτει εξουσίες μακροπροληπτικού χαρακτήρα τόσο στις εθνικές αρχές όσο και στην ΕΚΤ, επομένως η ευθύνη για τις μακροπροληπτικές πολιτικές είναι κοινή (άρθρο 5). Τα μέσα μακροπροληπτικής πολιτικής μπορούν να ταξινομηθούν σύμφωνα με τις ακόλουθες τρεις κατηγορίες:
- μέτρα με βάση το κεφάλαιο
- μέτρα με βάση τον δανειολήπτη
- μέτρα με βάση τη ρευστότητα
Τα μέσα αυτά καθιστούν το χρηματοπιστωτικό σύστημα ανθεκτικότερο αυξάνοντας τα κεφαλαιακά αποθέματα ασφάλειας και τα αποθέματα ασφάλειας ρευστότητας. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται τα κεφαλαιακά αποθέματα ασφάλειας για τα παγκόσμια και τα λοιπά συστημικώς σημαντικά ιδρύματα, ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας και ο δείκτης καθαρής σταθερής χρηματοδότησης. Οι εθνικές αρχές και η ΕΚΤ μπορούν να επιβάλλουν αντικυκλικά αποθέματα ασφαλείας για την αντιμετώπιση της κυκλικής συσσώρευσης των συστημικών κινδύνων. Εφόσον προβλέπεται από το εθνικό πλαίσιο, οι εθνικές αρχές δύνανται επίσης να επιβάλλουν μέτρα με βάση τον δανειολήπτη. Τα μέτρα αυτά περιορίζουν τη χορήγηση δανείων, και συγκεκριμένα στεγαστικών δανείων, σε επίπεδο μεμονωμένου δανειολήπτη.
Αλληλεπιδράσεις της μακροπροληπτικής πολιτικής
Η μακροπροληπτική πολιτική δεν μπορεί να εξεταστεί χωρίς να λαμβάνονται υπόψη άλλοι παράγοντες· υπάρχουν σημαντικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ των μικροπροληπτικών μέτρων, των μακροπροληπτικών μέτρων και των μέτρων νομισματικής πολιτικής.
Αλληλεπιδράσεις με τη νομισματική πολιτική
Οι νομισματικές πολιτικές και οι μακροπροληπτικές πολιτικές αλληλεπιδρούν κυρίως διαμέσου του κοινού διαύλου μετάδοσής τους μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος και, ιδίως, μέσω του τραπεζικού συστήματος. Οι δύο τομείς πολιτικής μπορούν να αλληλοσυμπληρώνονται για τη διασφάλιση τόσο της σταθερότητας των τιμών όσο και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.
Τα μέσα μακροπροληπτικής πολιτικής μπορούν να χρησιμοποιούνται με έναν επιλεκτικό και στοχευμένο τρόπο για να αναχαιτίζουν τους κινδύνους διατάραξης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, ακόμα και σε ένα οικονομικό περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από χαμηλό πληθωρισμό. Το θεσμικό πλαίσιο της ζώνης του ευρώ επιτρέπει στην ΕΚΤ να αποκομίζει τα οφέλη ενός κοινού συνόλου πληροφοριών και ενός συνεπούς αναλυτικού πλαισίου.
Αλληλεπιδράσεις με την τραπεζική εποπτεία
Η μικροπροληπτική εποπτεία και η μακροπροληπτική πολιτική αλληλοσυμπληρώνονται μέσω των διαφορετικών εστιάσεών τους. Η μικροπροληπτική πολιτική αυξάνει την ανθεκτικότητα των επιμέρους χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ενώ η μακροπροληπτική πολιτική ενισχύει την ανθεκτικότητα έναντι κινδύνων για το χρηματοπιστωτικό σύστημα συνολικά.
Οι τακτικές συνεδριάσεις του Φόρουμ Μακροπροληπτικής Εποπτείας, στις οποίες συμμετέχουν τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου και του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, συμβάλλουν στη διατήρηση μιας κοινής αντίληψης για την κατάσταση στον χρηματοπιστωτικό τομέα.