m-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: m

Πρόθημα

[επεξεργασία]

m- συντομογραφία

  • συντομογραφία του milli-



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
m-: μόριο αναδιπλασιασμού πριν από φωνήεν που αντικαθιστά το αρχικό σύμφωνο ή προστίθεται μπροστά απ' αυτό < • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  
Απόγονοι νέα ελληνικά: μ-[1]

Πρόθημα

[επεξεργασία]

m-

Αναφορές

[επεξεργασία]