quote
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]quote (en)
- επαναλαμβάνω αυτούσια λόγια ή σπάραγμα κειμένου κάποιου
- αναφέρω
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]βλ. quotation
Αντώνυμα
[επεξεργασία]Σύνθετα
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία]- νέα ελληνικά : για επιλεγμένο σπάραγμα: σπαράσσω (el), σπαράζω (el)