receiver

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
receiver receivers

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
receiver < (κληρονομημένο) μέση αγγλική recevere, receyvere. Συγχρονικά αναλύεται σε receive + -er

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɹəˈsivɚ/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

receiver (en)

  1. το ακουστικό τηλεφώνου, το μέρος ενός τηλεφώνου που κρατάω κοντά στο στόμα και στο αυτί μου
    ⮡  I pick up/put down/hang up the receiver.
    Σηκώνω/κατεβάζω/κλείνω το τηλέφωνο.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη phone
  2. ο δέκτης
  3. (τεχνολογία) ραδιοενισχυτής
  4. (τεχνολογία) πολυκάναλος ενισχυτής για home-cinema κ.λπ. (από το: AV receiver)
  5. (τηλεπικοινωνίες, δίκτυο υπολογιστών) ο δέκτης, ο παραλήπτης, ο αποδέκτης σήματος, πληροφορίας, δεδομένων[1]
    συντομογραφία: (για δέκτη) Rx [1]
    radio transmitter/receiver (ραδιοπομπός/ραδιοδέκτης)[1]
     συνώνυμα: (για πληροφορία, δεδομένα) sink
     αντώνυμα: (τηλεπικοινωνίες) transmitter, (πληροφορική) source

Παράγωγα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • receiver στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. 1,0 1,1 1,2 από αναζήτηση στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.